«Δυο χρόνια πανδημίας:
Χάθηκε η εμπιστοσύνη στην επιστήμη;». Η συζήτηση γύρω από ένα ζήτημα που απασχολεί τους φοιτητές και αυριανούς
επιστήμες και όλη την κοινωνία, πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Πέμπτης στο
Φοιτητικό Στέκι και κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον όσων την παρακολούθησαν. Αποτέλεσε
παράλληλα άλλο ένα δείγμα των διαστάσεων που έχει διαχρονικά το Φεστιβάλ
«ανοίγοντας» τη συζήτηση για σύνθετα ζητήματα, αναδεικνύοντας τη σχέση τους με
το κοινωνικό πλαίσιο, πυροδοτώντας τον γόνιμο προβληματισμό και δείχνοντας τον
δρόμο της αγωνιστικής στάσης απέναντι στις εξελίξεις.
Ξεκινώντας από το ερώτημα που έθετε η
εκδήλωση, ο Γ. Σιδέρης,
μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Υγείας της ΚΕ και ειδικευόμενος
γιατρός στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο «Αττικόν» αναφέρθηκε στο ζήτημα του προσανατολισμού της επιστήμης,
σε κάθε φάση ανάπτυξης της κοινωνίας και σε αυτή τη βάση στο πώς η
«εμπιστοσύνη» στην επιστήμη είναι φαινόμενο πολυσύνθετο.
Αναφερόμενος ειδικότερα στο πώς τα παραπάνω
ισχύουν στην περίπτωση της ιατρικής, επισήμανε την μείωση ωρών και το
περιεχόμενο διδασκαλίας των φυσικών επιστημών, παράγοντες που αφορούν ήθη και
έθιμα, τονίζοντας πως «καθόλου αδιάφορο δεν μας είναι το ταξικό ένστικτο που
αναγνωρίζει πως το κράτος, το αστικό στη συγκεκριμένη περίπτωση, και η
κυβέρνηση, της ΝΔ στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν έχει στόχο να προστατεύσει τη
ζωή του λαού.»
Τόνισε πως η Υγεία και τα συστήματα υγείας
δεν είναι εθνικό αλλά ταξικό ζήτημα, σημειώνοντας πως «η ίδια η ανάπτυξη του
συστήματος Υγείας με τα κριτήρια της επιχειρηματικότητας, της
εμπορευματοποίησης των εργασιών και του «κόστους - οφέλους», παρά τα τεράστια
επιτεύγματα στην έρευνα, στις καινοτόμες θεραπείες, ακόμα και στις
εξατομικευμένες φαρμακευτικές θεραπείες που συχνά - πυκνά διαφημίζονται, παρά
τα πολυπροβεβλημένα «σύγχρονα και προηγμένα συστήματα Υγείας», καθόρισε το
γεγονός ότι δεν ήταν προετοιμασμένα και έγιναν "φύλλο και φτερό" την
περίοδο της πανδημίας.»
Στάθηκε στο πώς διάφορα πρωτόκολλα
καθορίζονται από το κοινωνικοοικονομικό σύστημα. «Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα
μήνα πριν την πανδημία οι 70άρηδες ήταν ικανοί να δουλεύουν αλλά κατά τη
διάρκεια της έγιναν ηλικιωμένοι και ευπαθείς ομάδες», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Εχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι και έχει
αποδειχθεί περίτρανα ότι τα επιστημονικά δεδομένα υποτάσσονται στην πολιτική
της κάθε αστικής κυβέρνησης», υπογράμμισε, αναφερόμενος σε συγκεκριμένα
παραδείγματα απόψεων που διαχύθηκαν χωρίς ωστόσο να στηρίζονται σε έρευνες,
επιστημονικές εργασίες και δεδομένα, τονίζοντας πως «η εμπιστοσύνη του λαού μας
έχει κλονιστεί προς την επιστήμη και για αυτό φταίνε οι καπιταλιστές αλλά και
οι επιστήμονες που την υπέταξαν στο κέρδος, στις πολιτικές των κυβερνήσεων και
στον καπιταλισμό. Από αυτό πηγάζει η όποια αμφισβήτηση των επιστημονικών
ευρημάτων. Να λοιπόν ποιος ενισχύει και τροφοδοτεί τον ανορθολογισμό, τον
αντιεπιστημονισμό, τον σκοταδισμό», τόνισε ανάμεσα σε άλλα.
Ο Κ. Ιωαννίδης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Παιδείας της
ΚΕ, ξεκίνησε την παρέμβασή του αναδεικνύοντας
τον σύνθετο χαρακτήρα του ερωτήματος - θέματος της συζήτησης.
Αναφερόμενος σε αστικά ιδεολογήματα που
αποκρύπτουν τον ταξικό χαρακτήρα της ανάπτυξης της επιστήμης σημείωσε: «Τι
συμβαίνει λοιπόν; Υπάρχει ο φόβος ή και η αμφισβήτηση της επιστήμης από τη μια
μεριά και από την άλλη η αισιόδοξη άποψη ότι όλα θα τα λύσει η επιστήμη, άρα
πρέπει να την εμπιστευόμαστε; Μήπως υπάρχει κάτι κοινό μεταξύ τους; Ναι υπάρχει.
Είναι ότι βλέπουν τον καπιταλισμό ως την τελευταία λέξη της ανθρωπότητας.
Οπως καταλαβαίνετε, το ζήτημα αυτό δεν είναι
υπόθεση κάποιων ειδικών. Αφορά ένα κρίσιμο ζήτημα: ποια είναι η αιτία των
προβλημάτων του κόσμου και ποια η διέξοδος απ' αυτά;» σημείωσε και πρόσθεσε
πως: «Δεν είμαστε άοπλοι μπροστά σε αυτή τη μάχη των ιδεών. Μάλιστα, για να
είμαστε ακριβείς, είμαστε πολύ καλά οπλισμένοι, δηλαδή έχουμε στη διάθεσή μας
ένα ολόκληρο οπλοστάσιο θέσεων και κυρίως ενός τρόπου, μιας μεθόδου ανάλυσης
και ερμηνείας της πραγματικότητας που μπορεί να δώσει απάντηση με το βλέμμα στο
μέλλον, στα μεγάλα "γιατί" των νέων, της εργατικής τάξης, της
ανθρωπότητας συνολικότερα.»
Περιγράφοντας την «καρδιά του προβλήματος», ο
ομιλητής τόνισε πως «ο καπιταλισμός αναπτύσσει την επιστήμη μόνο στο βαθμό που
του δίνει κέρδος, οικονομικό και πολιτικό.
Γι' αυτό και μιλάμε για τάση προς σχετική
στασιμότητα, δηλαδή στασιμότητα σε σχέση με τις δυνατότητες και τη δυναμική που
δημιουργεί το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, σε σχέση με
το τι θα μπορούσε να παραχθεί ποσοτικά και ποιοτικά, αν η κοινωνία ξεφορτωνόταν
το κέρδος ως κίνητρο παραγωγής.»
«Ολα αυτά επιβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει
ταξικά ουδέτερη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων γενικά και της επιστήμης ως
άμεσης παραγωγικής δύναμης ειδικότερα.
Επιβεβαιώνουν ότι η επιστήμη αναπτύσσεται
μέσα στο πλαίσιο του συγκεκριμένου σε κάθε ιστορική περίοδο τρόπου παραγωγής.
Δεν αναπτύσσεται ταξικά ουδέτερα, ανεξάρτητα από τους στόχους της εκάστοτε
άρχουσας τάξης και την πορεία της ταξικής πάλης.
Επομένως, δεν κινδυνεύουμε ως κοινωνία από
την επιστήμη, αλλά από την καπιταλιστική αξιοποίησή της, τις προτεραιότητες που
θέτει, τις ιεραρχήσεις της», τόνισε ο Κ. Ιωαννίδης, ο οποίος κλείνοντας τόνισε
πως «Υπερασπιζόμαστε την επιστήμη, σημαίνει ότι την αντιμετωπίζουμε ως αυτό που
ακριβώς είναι: η προσπάθεια του ανθρώπου να βάλει λογική τάξη, να βρεις τις
σχέσεις ανάμεσα σε έναν άπειρο κόσμο που αλλάζει συνεχώς.
Το πραγματικά νέο δεν μπορεί να είναι η
άρνηση του ανθρώπου να γνωρίσει τον κόσμο.
Πώς λοιπόν να μην αμφισβητείς την επιστήμη
συνεχώς επιστημονικά;
Αλλά και πώς να μη θυμάσαι τα λόγια του
Μπρεχτ που μας μιλάει για την αμφιβολία την ομορφότερη απ' όλες, σαν οι φοβισμένοι αδύναμοι σηκώνουν το
κεφάλι και παύουν να πιστεύουν στων τυράννων τους τη δύναμη!
Και αυτός ο δρόμος περνάει από τη δική μας
προσπάθεια και συμβολή. Για τη δημιουργική ανάπτυξη του μαρξισμού-λενινισμού
στη διαδικασία της γνώσης, στη θεμελίωση βασικών επιστημονικών εννοιών, στην
επιστημονική πρόοδο».
«Ο σοσιαλισμός στην εποχή μας μπορεί να δώσει
απάντηση στις νεανικές αναζητήσεις, στις αγωνίες, στη δημιουργικότητα, στην
όρεξη για προσφορά στο κοινωνικό σύνολο.
Εκεί θα βρίσκει νόημα ο σκοπός της επιστήμης,
που είναι να συμβάλλει στο ξελάφρωμα της ανθρώπινης ύπαρξης από τον μόχθο, την
άγνοια και τον σκοταδισμό», τόνισε.
Παρέμβαση στην εκδήλωση έγινε από τον Cristian Ferrer, Γραμματέα
των Κολεκτίβων Νέων Κομμουνιστών.
Ο ομιλητής παρουσίασε την κατάσταση των
πανεπιστημίων στην Ισπανία που, όπως περιέγραψε, ήδη πριν από την τρέχουσα
υγειονομική και οικονομική κρίση, χαρακτηριζόταν από χρόνια υποχρηματοδότηση
και προσπάθεια να περάσουν αντιδραστικά μέτρα.
«Αυτή η διεργασία βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη
ακριβώς πριν από την έναρξη της πανδημίας και, όχι μόνο δεν σταμάτησαν με τη
διακοπή της φυσικής παρουσίας στα αμφιθέατρα, αλλά αντίθετα εντάθηκαν» τόνισε.
Αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στο Βασιλικό Νομοθετικό Διάταγμα που αποτέλεσε
προάγγελο μιας σειράς μέτρων που καταλήγουν σε ένα νέο νομοσχέδιο για τα
Πανεπιστήμια.
Οπως είπε, η πιο ολέθρια πλευρά του αφορά στη
δημιουργία «πτυχίων δύο ταχυτήτων» στα πανεπιστήμια με το 20 έως 40% των
πιστωτικών τους μονάδων από πρακτική εργασία, για την οποία θα δημιουργηθεί μια
νέα σύμβαση εργασίας που επιδεινώνει τις εργασιακές σχέσεις και τις απολαβές
των φοιτητών». Υπογράμμισε πως αυτός ο νόμος «επιτίθεται στη συμμετοχή των
φοιτητών και ενισχύει τον ρόλο του Κοινωνικού Συμβουλίου - όργανο συμμετοχής
των επιχειρήσεων στη διοίκηση των πανεπιστημίων» ενώ με τον «Νόμο της
Πανεπιστημιακής Συνύπαρξης» που ψηφίστηκε τον Μάη, ποινικοποιούνται μια σειρά
από διαδηλώσεις εντός των πανεπιστημίων.