Υγεία αν έχεις λεφτά είναι η φράση που συμπυκνώνει το νομοσχέδιο της κυβέρνησης, ένα νομοσχέδιο ταφόπλακα σε όποιο δικαίωμα έχει απομείνει στο λαό για δωρεάν νοσοκομειακή περίθαλψη τόνισε ο Γιώργος Σιδέρης μέλος του γενικού συμβουλίου της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας μιλώντας το απόγευμα της Δευτέρας στο ραδιόφωνο «Real FM» και στο δημοσιογράφο Νίκο Μπογιόπουλο. Κάλεσε όλο το λαό στην απεργιακή συγκέντρωση το μεσημέρι της Πέμπτης στη Βουλή.
Σημείωσε ότι η κυβέρνηση ψάχνει απεγνωσμένα να βρει υποστηρικτή του νομοσχεδίου και δεν βρίσκει καθώς όλες οι ενώσεις των νοσοκομειακών γιατρών και οι ιατρικοί σύλλογοι είναι αντίθετοι, ενώ δεκάδες συνδικάτα και φορείς εκφράζουν την αντίθεσή τους. Πρόσθεσε ότι οι ιδιωτικές κλινικές συνδιαμόρφωσαν με την κυβέρνηση το νομοσχέδιο.
Αναφερόμενος στο περιεχόμενο του νομοσχεδίου μίλησε για το άρθρο 10 που, όπως είπε, η κυβέρνηση με πρόσχημα να χτυπήσει το «φακελάκι» καταργεί το θεσμό της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στο ΕΣΥ και ένας νοσοκομειακός γιατρός θα μπορεί να ασκήσει ιδιωτικό επάγγελμα, δηλαδή αν μπορεί θα αντλεί πελατεία από το δημόσιο σύστημα υγείας και θα τους χειρουργεί έξω. Με αυτό τον τρόπο το «φακελάκι» γίνεται νόμιμο.
Εκανε επίσης αναφορά στο άρθρο 7 που προβλέπει μερική απασχόληση από ιδιώτη γιατρό στο ΕΣΥ για μερικά 4ωρα την εβδομάδα σε «άγονες» περιοχές. Τόνισε ότι δεν υπάρχουν παρτ τάιμ ανάγκες των ασθενών και συνεπώς δεν μπορεί να υπάρχει παρτ τάιμ γιατρός που απλά θα μπαλώνει τρύπες.
Μίλησε και για το άρθρο για το μισθολογικό των νοσοκομειακών γιατρών που προστέθηκε μια μέρα πριν κατατεθεί το νομοσχέδιο στη Βουλή. Το χαρακτήρισε ύπουλο, βρωμερό και εκβιαστικό διότι εμπεριέχει και μια ωμή παραδοχή ότι το κράτος δεν πρόκειται να κάνει αυξήσεις. Υπενθύμισε ότι οι νοσοκομειακοί γιατροί έχουν δικαιωθεί δικαστικά για τις μειώσεις στους μισθούς τους, οι οποίοι θα πρέπει να επανέλθουν στα επίπεδα του 2009. Ωστόσο η κυβέρνηση στο νομοσχέδιο προβλέπει μισθούς χαμηλότερους από το 2009.
Υπογράμμισε ότι όλα αυτά συμβαίνουν όταν λείπουν πάνω από 6.000 νοσοκομειακοί γιατροί και 30.000 υγειονομικοί.